διποδισμός

διποδισμός
ο
ο φυσικός βηματισμός του αλόγου και άλλων ζώων τα οποία διαδοχικά ανυψώνουν τα δύο διαγώνια πόδια τους και στηρίζονται στα άλλα δύο διαγώνια.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • διποδισμός — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διποδισμός — ο (AM διποδισμός) νεοελλ. ο φυσικός βηματισμός τού αλόγου που γίνεται με διαδοχική ύψωση και στήριξη τών διαγώνιων ποδιών του αρχ. είδος χορού, διποδία*. [ΕΤΥΜΟΛ. < δι * + ποδισμός] …   Dictionary of Greek

  • διποδία — η (AM διποδία) 1. το να έχει κανείς δύο πόδια 2. (μετρ.) η ένωση δύο μετρικών ποδιών σ ένα κώλο, μέτρο νεοελλ. διποδισμός* αρχ. είδος χορού τών Λακεδαιμονίων …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”